Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΖΕ ΤΟ ΑΠΕΙΡΟ

Η ιστορία του Ινδού Σρινιβάσα Ραμανουτζάν που κατάφερε μέσα στα λίγα χρόνια ζωής του (πέθανε στα 32 του) να αφήσει ένα σπουδαίο έργο το οποίο ακόμη απασχολεί την επιστημονική κοινότητα. Το αφηγηματικό βάρος πέφτει κυρίως στη σχέση της απρόβλεπτης μαθηματικής ιδιοφυΐας με τον καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ Τζ.Χ. Χάρντι, ο οποίος τον έφερε στην Αγγλία, δίνοντάς του την ευκαιρία να αναγνωριστεί παγκοσμίως το έργο του.

Είναι μια πραγματικότητα του Θεού όπως μαρτυρεί και η Γραφή, ότι ο Θεός παίρνει τα μη όντα για να τα καταστήσει σε όντα και να ντροπιάσει αυτά που θεωρούνται κάτι, ώστε στο τέλος η δόξα όλων να είναι στον Θεό που μας έπλασε. Ο Θεός δηλαδή παίρνει έναν άνθρωπο με μια φυσική αδυναμία, έλλειψη και τον παρουσιάζει σε ανθρώπους που στην αντίστοιχη περιοχή είναι δυνατοί. Την έλλειψη δε αυτή, έρχεται και την υπερκαλύπτει ο Θεός, ώστε να φτάσει αλλά και να ξεπεράσει τους δυνατούς, για να μπορέσουν αυτοί που καυχιούνται στον εαυτό τους, να δουν τον Θεό και να αποδώσουν κι εκείνοι ότι έχουν σε Αυτόν. Είναι ένας απ’ τους δρόμους του Θεού Αυτός.

Τέτοια ήταν η περίπτωση του Σρινιβάσα Ραμανούτζαν, ενός φτωχού Ινδού μέσα απ’ τον οποίο ο Θεός φανερώθηκε  στους σοφούς  επιστήμονες του Κέιμπριτζ, τον περασμένο αιώνα και τους καταίσχυνε. Παράλληλα όμως τους έλκυσε στον Εαυτό Του. Ο Ραμανούτζαν λοιπόν γεννήθηκε και μεγάλωσε σε έναν Ινδουιστικό περιβάλλον. Αν και δεν γνώριζε τον Θεό, Τον εκζητούσε, αφού κάθε πρωί πήγαινε στον Ινδουιστικό ναό και προσευχόταν στην θεά Ναμαγκίρι, αφού αυτό είχε διδαχθεί για θεό στην χώρα που μεγάλωσε. Στα 12 του χρόνια άρχισε να γίνεται κάτι παράξενο για τα ανθρώπινα δεδομένα. Ξαφνικά απέκτησε επίγνωση στα μαθηματικά! Χωρίς να έχει σπουδάσει, χωρίς να έχει πάει σχολείο, άρχισε να λαμβάνει μαθηματικούς τύπους μέσα στο πνεύμα του, τους οποίους έγραφε σε ένα χαρτί. Κάποια στιγμή σκέφτηκε να στείλει ένα γράμμα στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, με δείγμα της δουλειάς του. Ο Ραμανούτζαν λοιπόν, ένας Ινδουιστής που πίστευε στον Θεό, (έτσι όπως τον είχε μάθει), έγινε τελικά δεκτός στο πανεπιστήμιο του Τρίνιτι, (Τριάδα), σε άθεους δυτικούς επιστήμονες. Χωρίς λοιπόν να έχει πτυχίο ή κάτι τέτοιο, δίδασκε τα λαμπρότερα μυαλά του πλανήτη που ήταν αναγνωρισμένα και είχαν τα μεγαλύτερα πτυχία του κόσμου!

Όταν τους έπεφταν τα σαγόνια και τον ρωτούσαν που τα ξέρει όλα αυτά, εκείνος απαντούσε: «Ο Θεός μου τα ψιθύρισε. Πως είναι δυνατόν εσείς να μην πιστεύετε στον Θεό;» Αυτό έκανε τους επιστήμονες να αναρωτιούνται και να χτυπιούνται μέσα στις ψυχές τους, αφού δεν μπορούσαν να εξηγήσουν μέσα στο μυαλό τους, στην πολύτιμη λογική και στις ψυχές τους, πως μπορεί να συμβαίνει αυτό! Έτσι απ’ την στιγμή που δεν ήθελαν να δεχτούν το συγκεκριμένο δεδομένο, έβγαινε στην επιφάνεια η ζήλια, ο ανταγωνισμός, η υπερηφάνεια και η  ματαιοδοξία, όπου όλα αυτά είχαν επίπτωση, (ευτυχώς μόνο προσωρινά), για το καημένο τον Ραμανούντζαν. Όταν μάλιστα έγινε πρόταση από έναν καθηγητή που θαύμαζε τον Ραμανούντζαν, να γίνει επίτιμο μέλος της κοινότητας, επαναστάτησαν απορρίπτοντας τελεσίδικα την πρόταση. Πως ήταν δυνατόν ένας αγράμματος Ινδός, να γνωρίζει περισσότερα από του μορφωμένους και θεολογημένους Βρετανούς;

Μετά από ένα διάστημα όμως και αρκετές ζυμώσεις, έφτασαν στο σημείο πλέον, να αναγνωρίσουν ότι εκεί πέρα δεν κάνουν τίποτα άλλο, παρά να ανακαλύπτουν τα μαθηματικά που ήδη υπάρχουν και ο Θεός έθεσε στην φύση. Και στην ουσία αυτό που έπρατταν τόσο καιρό είναι ότι ερευνούν τον Θεό! Ότι αυτό που ζούσαν όλα αυτά τα χρόνια δεν ήταν κάτι παραπάνω, από το να «σουλατσάρουν» στον εγκέφαλο του Θεού και να προσπαθούν να Τον εξιχνιάσουν.

Στο τέλος δέχτηκαν τον Ραμανούτζαν ως επίσημο μέλος της κοινότητας και πίσω από αυτό δέχτηκαν και τον Θεό, που τόσο καιρό μέσα από τον Ραμανούτζαν τους έλεγε: «Εδώ Είμαι», αλλά εκείνοι δεν ήθελαν να δεχτούν.  Αυτό όμως που τόσο καιρό έκανε ο Θεός της αγάπης μέσα απ’ τον άνθρωπο Του, ήταν  να τους φανερώνει τον εαυτό Του και να τους δείχνει ότι τους δέχεται στην αγκαλιά Του. Ανεξάρτητα από το πόσο ταλαντούχοι είναι ή όχι.

Έξι μήνες μετά, ο Θεός πήρε τον Ραμανούτζαν για να είναι στην δόξα Του. «Μα γιατί να τον πάρει τόσο νωρίς;» Αναρωτιούνται πολλοί. «Θα μπορούσε να προσφέρει τόσα στην επιστήμη». Όμως τον Θεό, που είναι ο Δημιουργός των πάντων, η μεγαλύτερη διάνοια και ο Θεός της αγάπης, δεν τον ενδιαφέρει η διανοητική μας πρόοδος πρωτίστως, το να χτίσουμε μάταιη δόξα για τον εαυτό μας χρησιμοποιώντας την δική Του δοσμένη γνώση, αλλά η σωτήρια της ψυχής μας και η αιωνιότητα μας, μέσω της αναγνώρισης ότι Αυτός είναι πίσω απ’ όλα.

Έτσι ο Ραμανούτζάαν έφυγε απ’ αυτό τον κόσμο, αφού εκπλήρωσε την αποστολή του. Διότι τελικά δεν έχει σημασία πόσο θα ζήσεις στον κόσμο αυτό, αλλά να εκπληρώσεις τον σκοπό για τον οποίο σε έφερε ο Θεός σ’ αυτή την γη. Κάτι το οποίο θα μείνει στην αιωνιότητα, ακόμη κι αν οι άνθρωποι της γης δεν το αναγνωρίσουν ποτέ!