Τι είναι λοιπόν το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης; Είναι μια συγκεκριμένη ενέργεια που ενεργεί το Άγιο Πνεύμα σε Αυτόν που διψάει για την βασιλεία και τα πνευματικά. Ένας πιστός που έχει εκζήτηση μπορεί να το λάβει χωρίς καν να ξέρει τι είναι αυτό. Είναι το ενδιαφέρον του και η δίψα του που το ξεκλείδωσε στην ζωή του. Έναν τέτοιο πιστό δεν τον νοιάζει να γνωρίσει και να ελέγξει την διαδικασία, πως ακριβώς συμβαίνει, απλά ευχαριστιέται με το αποτέλεσμα. Κάποιος που έχει πιστέψει στον Χριστό αλλά δεν έχει ιδιαίτερη εκζήτηση και διδάσκεται ότι ο ανώτερος στόχος είναι η σωτηρία, την οποία έχει και δεν τον ενδιαφέρει να ζήσει κάτι περισσότερο, χρειάζεται έξτρα διδασκαλία στο να πληροφορηθεί ότι υπάρχει το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης και αν το ζητήσει θα το λάβει, αλλιώς θα μείνει μόνο στο επίπεδο της σωτηρίας. Θα είναι πιστός, αλλά όχι μαθητής.
Το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης μπορείς να το λάβεις αν παραδεχτείς ότι δεν το έχεις. Είναι αυτό που είπε ο Ιησούς: «Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα γιατί δική τους είναι η βασιλεία των ουρανών». Αυτοί που έχουν διδαχθεί την σωτηρία ως τον ανώτατο στόχο του Θεού, νομίζουν ότι ο Χριστός λέει πως όσοι είναι ταπεινοί μια μέρα θα πάνε στον ουρανό. Εκεί όμως ο Ιησούς μιλάει για την βασιλεία που όπως είπε είναι ήδη εδώ και ο Θεός την αποκαλύπτει στο πνεύμα σου. Ο Ιησούς είπε επίσης «Μακάριοι αυτοί που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη· επειδή, αυτοί θα χορτάσουν». Ας συνδυάσουμε τώρα την λέξη βασιλεία και την λέξη δικαιοσύνη. Υπάρχει κάποιο άλλο σημείο στην Γραφή που τις βάζει μαζί; Ο Ιησούς είπε «ζητάτε πρώτα την βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνη του». Άρα η βασιλεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την δικαιοσύνη του Θεού, διότι είναι μια βασιλεία δικαιοσύνης που περιλαμβάνει νόμους που ο Θεός έχει θεσπίσει. Άρα ο Ιησούς δεν αναφέρεται σε ένα τόπο που θα πάνε κάποια μέρα, αλλά για τις αρχές, τις αξίες και τους νόμους της βασιλείας που διέπουν ένα πολίτευμα που είναι μια πραγματικότητα τώρα και θέλει να αποκαλύψει και να οικοδομήσει μέσα στις καρδιές των δικών Του. Η άλλη λέξη στην οποία πρέπει να μείνουμε είναι η λέξη πείνα και δίψα. Ο Ιησούς είπε «όποιος διψάει ας έρθει και ας πίνει απ’ τον νερό της ζωής δωρεάν». Άρα το χρίσμα και οι λόγοι του Ζωντανού Θεού είναι κάτι που ξεδιψούν τον άνθρωπο και χορταίνουν την ψυχή του. Η προϋπόθεση για να σε κάνει ο Θεός συμμέτοχο όλων αυτών, είναι να διψάς για αυτά.
Είναι επίσης να αισθάνεσαι φτωχός. Πολλοί νομίζουν ότι ο Θεός θα πάρει στον ουρανό αυτούς που όταν ήταν στην γη δεν είχαν πολλά χρήματα. Επειδή λοιπόν δεν απόλαυσαν σε αυτή την ζωή θα απολαύσουν στην επόμενη. Δεν εννοεί όμως κάτι τέτοιο ο Ιησούς. Κάποιοι άλλοι δίνουν την ερμηνεία της ταπείνωσης κι ότι αυτοί θα μπουν στην βασιλεία των ουρανών. Ούτε αυτή η ερμηνεία είναι ακριβώς σωστή. Όταν ο Ιησούς μιλάει για φτώχεια εννοεί σε σχέση με το πνεύμα, να αισθάνεσαι φτωχός ως προς τα πράγματα της βασιλείας. Επειδή αν νομίζεις ότι ήδη τα κατέχεις γίνεσαι ανίκανος να τα λάβεις. Η συναίσθηση της πνευματικής φτώχειας και της δίψας για αυτά είναι που κάνουν τον Θεό να εκχέει επάνω σου το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης. Τέτοιοι ήταν οι μαθητές στους οποίους είπε: «σε σας δόθηκε να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας των ουρανών, σ’ εκείνους όμως δεν δόθηκε» (ΜΑΤΘ13:11).Απ’ το ρήμα «δόθηκε» μπορείς να καταλάβεις ότι είναι στην εξουσία του Θεού να δώσει το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης σε κάποιον. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι διαθέσιμο για όλους αλλά υπάρχουν εμπόδια απ’ την πλευρά του ανθρώπου. Ποια είναι αυτά τα εμπόδια που κάνουν τον Θεό να μην το δίνει;
Α. ΠΕΠΟΙΘΗΣΗ ΣΤΗ ΣΑΡΚΑ. Η πεποίθηση ότι η ανθρώπινη λογική είναι αρκετή για να καταλάβω τα πνευματικά. «Ο Θεός μας έδωσε το μυαλό» λένε πολλοί χριστιανοί. Ο Ιησούς όμως δεν είπε μακάριοι οι φτωχοί στη διάνοια, αλλά μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα. Μάλιστα η λέξη διάνοια δεν ήταν άγνωστη την εποχή εκείνη αλλά υπήρχε σε χρήση και τελούσε εν γνώσει του Ιησού: «Και θα αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου, και με όλη την ψυχή σου, και με όλη τη διάνοιά σου, και με όλη τη δύναμή σου» (ΜΑΡΚ 12:30). Άρα ο Δημιουργός γνωρίζει για τι πράγμα μιλάει. Η κοινωνία με τον Θεό δεν είναι Νους με νου αλλά Πνεύμα με πνεύμα. Υπάρχει μια τάση στον Δυτικό κόσμο να ταυτίζεται το πνεύμα με το νου, ο Θεός όμως τα διαχωρίζει. Το πνεύμα ταυτίζεται περισσότερο με την καρδιά και είναι ένα δοχείο στο άυλο κομμάτι του ανθρώπου που μπορεί να λάβει τα του Θεού. Ο νους είναι που σε δεύτερο πλάνο θα πάρει αυτό το υλικό και θα το επεξεργαστεί. Το ξεχείλισμα αυτό όμως λαμβάνει χώρα στο πνεύμα, στο πιο βαθύ δωμάτιο του ανθρώπου που έχει συγγένεια με τον Θεό. Εν Πνεύματι αυτό σημαίνει, δια του Πνεύματος του Θεού και μέσα στο Πνεύμα του Θεού. Το πνεύμα του ανθρώπου μοιάζει με βύσμα που συνδέεται με το ποτάμι του Θεού, με κεραία που είναι online με τους επουράνιους χώρους. Ο άνθρωπος όμως που το αγνοεί αυτό ή το υποβιβάζει προσπαθεί από μόνος του μέσω της διάνοιας του να καταλάβει τα του Θεού. Απ’ αυτή την προσπάθεια ξεπήδησε και η επονομαζόμενη επιστήμη της θεολογίας μια λέξη που δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή αλλά είναι μια ανθρώπινη επινόηση.
Θεολογία είναι ότι μπορεί ο άνθρωπος να πει για τον Θεό, δεν έχει σχέση όμως με ότι ο Θεός θέλει να πει στον άνθρωπο για τον Εαυτό Του. Αυτό λαμβάνει χώρα μόνο με το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης που ο Θεός εκχέει επάνω του και μόνο αν ο άνθρωπος πάρει τη στάση «χωρίς τον Κύριο δεν μπορώ να κάνω τίποτα» μπορεί να το λάβει.
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ
Υπάρχει μια σκέψη από πολλούς πιστούς ότι μπορούν να γνωρίσουν τον Θεό μόνο και μόνο επειδή έχουν στα χέρια τους την Αγία Γραφή. Πιστοί που δεν δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στο Άγιο Πνεύμα διότι αυτό που έχουν υπερυψώσει είναι την Αγία Γραφή. Την Γραφή όμως δεν την καταλαβαίνεις μόνο και μόνο επειδή την έχεις στα χέρια σου. Το Άγιο Πνεύμα είναι ο Συγγραφέας της Αγίας Γραφής και μόνο αυτός μπορεί να μας την αποκαλύψει. Μάλιστα χωρίς Αυτόν είναι αδύνατο να την καταλάβουμε. Και είναι τραγικό ο Θεός να μας έχει δώσει τον Συγγραφέα να κατοικεί μέσα μας, αλλά εμείς να Τον υποτιμάμε να μην Τον πολύ-εμπιστευόμαστε, να Τον φοβόμαστε, να μην θέλουμε να Τον γνωρίσουμε και να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας και το μυαλό μας. Αυτό είναι το πνεύμα του Ιουδαίου: «Ερευνάτε τις γραφές, επειδή εσείς νομίζετε ότι μέσα σ’ αυτές έχετε αιώνια ζωή· και εκείνες είναι που δίνουν μαρτυρία για μένα. Όμως, δεν θέλετε να έρθετε σε μένα, για να έχετε ζωή» (ΙΩΑΝ 5:39-40). Εδώ είναι λοιπόν που πρέπει να κάνουμε ένα ξεκαθάρισμα. Τον Θεό δεν τον γνωρίζεις διαβάζοντας την Αγία Γραφή. Ίσως παίρνεις κάποιες γνώσεις για Αυτόν αλλά το να γνωρίζεις τον Ίδιο είναι διαφορετικό γιατί προϋποθέτει προσωπική επαφή. Είναι σαν να λες ότι μπορείς να γνωρίσεις κάποιο δημοφιλή πρόσωπο διαβάζοντας για αυτό σε κάποιο περιοδικό. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι ο Θεός είναι Πρόσωπο. Δεν μας έδωσε ένα βιβλίο για να τον γνωρίζουμε αλλά μας έδωσε ένα Πρόσωπο να κατοικεί μέσα μας, το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο είναι ένα από τα Πρόσωπα της Θεότητας. Αυτός μας οδηγεί σε όλη την αλήθεια, Αυτός μας αποκαλύπτει τον Ιησού μέσα απ’ τις Γραφές, τον συστήνει στις καρδιές μας και μας οδηγεί στο τέλος σε μια ζωντανή σχέση μαζί Του. Ένα έμπρακτο παράδειγμα είναι οι μαθητές. «Αυτά, όμως, δεν τα κατάλαβαν αρχικά οι μαθητές του· αλλά, όταν ο Ιησούς δοξάστηκε, τότε θυμήθηκαν ότι αυτά ήσαν γραμμένα γι’ αυτόν και αυτά έκαναν σ’ αυτόν» (ΙΩΑΝ 12:16). Οι μαθητές δεν είχαν άγνοια των Γραφών. Τα Εβραιόπουλα διδάσκονταν τις Γραφές τις Παλαιάς Διαθήκης από την παιδική τους ηλικία. Άλλο όμως ξέρω κι άλλο γνωρίζω, μάλιστα πολλές φορές το ένα από το άλλο απέχει τεράστια απόσταση. Όταν λοιπόν έλαβαν το Άγιο Πνεύμα τότε μπόρεσαν να γνωρίσουν το βαθύτερο μήνυμα των Γραφών. Πριν ήταν σαν καλυμμένο βιβλίο. Με το Άγιο Πνεύμα όμως μπόρεσαν να δουν. Μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί να παρέχει αυτή την γνώση και να κάνει μια αλήθεια να γίνει ζωή στο εσωτερικό σου και όχι απλά μια πληροφορία εξωτερικά που υπάρχει στην αυλή του νου σου. Ο Ιησούς πριν φύγει από αυτό τον κόσμο δεν σύστησε την μελέτη των Γραφών αλλά την σχέση με το Άγιο Πνεύμα στα κεφάλαια 14, 15, 16 του ευαγγελίου του Ιωάννη που εξηγεί για τον Παράκλητο, κομμάτια που δεν διαβάζονται συχνά.
Το φρόνημα της επάρκειας της ανθρώπινης διάνοιας στο να καταλάβω την Γραφή γίνεται εμπόδιο για να λάβω και να ζήσω με το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης. Μάλιστα αν το βλέπεις σε κάποιον θα τον κρίνεις και θα τον εξουθενώνεις γιατί θα αισθάνεσαι ανταγωνιστικά. Και αυτό επειδή έχεις διαλέξεις να ζεις τα πνευματικά με έναν άλλο τρόπο που στην πραγματικότητα δεν σου είναι δοσμένος αλλά τον έχεις επινοήσει εσύ. Όσο κι αν αυτό το στυλ φαίνεται λογικό, σοφό, καλοπροαίρετο, ορθολογικό, καθωσπρέπει δεν είναι απ’ τον Θεό, ούτε είναι το Άγιο Πνεύμα αλλά είναι μια προσπάθεια να ζήσεις τον Θεό όντας ακόμα στην περιοχή του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού, όπου εσύ ορίζεις τα πράγματα, τα κρατάς στα χέρια σου, λες τι είναι και τι δεν είναι, δεν υποτάσσεσαι στον Θεό. Ζεις με γνώση και όχι με πίστη, ζεις με την διάνοια και όχι με το Πνεύμα του Θεού, στηρίζεσαι στις γνώσεις σου περί Θεού και όχι στην ζωντανή φωνή του Θεού. Ο απόστολος Παύλος λέει πως «αυτοί που είναι της σάρκας δεν μπορούν να αρέσουν στον Θεό». Όταν ακούμε αυτό το εδάφιο και την λέξη «σάρκα», το μυαλό μας συνήθως πηγαίνει στο κάπνισμα, στην υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, στην εξωτερική εμφάνιση και σε άλλα ανθρώπινη πάθη. Δεν πάει όμως στο στήριγμα στην ανθρώπινη λογική, τάση η οποία είναι διπλά αμαρτία όταν αφορά τα πνευματικά. Γιατί είναι μια προσπάθεια να ζήσω τον Θεό μέσα από το ξύλο της γνώσης του καλού και του κακού. Ο Παύλος προειδοποίησε για τον κίνδυνο να φουσκώνεις μάταια από τον νου τής σάρκας σου μη κρατώντας την κεφαλή (ΚΟΛ 2:18).
Β. ΑΛΑΖΟΝΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ. Η πεποίθηση ότι εγώ ήδη τα ξέρω και δεν χρειάζομαι κάτι παραπάνω. Όταν ο Ιησούς είπε: «Μακάριοι οι φτωχοί στο πνεύμα» δεν το είπε επειδή γνώριζε πως κάποιοι είναι πλούσιοι. Όλοι είμαστε φτωχοί και όλοι χρειαζόμαστε ο Θεός να μας αποκαλύψει. Αλλά το είπε για να καλέσει αυτούς που είχαν επίγνωση ότι απ’ του Θεού δεν είχαν. Άλλωστε μόνο αυτοί μπορούν αληθινά να γίνουν συμμέτοχοι. Ακόμη κι αν είναι απ’ τα κατώτερα στρώματα της κοινωνίας, αγράμματοι, ο Θεός στίχο επί στίχο μπορεί να φέρει κάποιον σε επίγνωση του Προσώπου Του και να τον φτάσει στο σημείο να γίνει ένα κανάλι της δύναμης Του και ένα σκεύος της δόξας Του. Πολλοί χριστιανοί όμως ήδη αισθάνονται πλούσιοι μέσα από κηρύγματα που έχουν ακούσει και γνώσεις της Γραφής που έχουν αποθηκεύσει στην διάνοια τους. Αν και στο πνεύμα μπορεί να είναι πάμφτωχοι καθώς ταυτίζουν το πνεύμα με το φυσικό νου, δεν αισθάνονται την ανάγκη για αληθινή επικοινωνία με τον Θεό. Αυτοί είναι οι πιο εξαπατημένοι απ’ όλους γιατί την ίδια στιγμή που αισθάνονται πλούσιοι πνευματικά είναι στην πραγματικότητα οι πιο φτωχοί και το χειρότερο δεν έχουν συναίσθηση αυτής της φτώχειας.
Μόνο με μια ισχυρή επίπληξη απ’ τον Κύριο μπορούν να ξυπνήσουν όπως αυτή που έγινε στον ποιμένα της Λαοδίκειας: «Επειδή, λες ότι: Είμαι πλούσιος, και πλούτησα, και δεν έχω ανάγκη από τίποτε, και δεν ξέρεις ότι εσύ είσαι ο ταλαίπωρος, και ο ελεεινός, και ο φτωχός, και ο τυφλός και ο γυμνός· σε συμβουλεύω να αγοράσεις από μένα χρυσάφι δοκιμασμένο από τη φωτιά, για να πλουτήσεις· και ιμάτια λευκά για να ντυθείς, και να μη φανερωθεί η ντροπή τής γύμνιας σου· και να χρίσεις τα μάτια σου με κολλύριο, για να βλέπεις» (ΑΠΟΚ 3:17-18). Το πρώτο πράγμα που πρέπει να σημειώσουμε εδώ είναι ότι ο Ιησούς μιλάει σε αναγεννημένο πιστό. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ζούσε με το αναγεννημένο του πνεύμα. Όπως και έξω απ’ τον Χριστό έτσι και μέσα, μπορεί κάποιος να προσπαθεί να ανακαλύψει τα πνευματικά χωρίς το Πνεύμα του Θεού. Να γεμίζει με γνώσεις και ύστερα να υπερηφανεύεται, χωρίς να μπορεί να διακρίνει ότι η πηγή των γνώσεων του δεν είναι απ’ το Πνεύμα του Θεού και χωρίς να μπορεί να διακρίνει τις δυο σοφίες. Γι’ αυτό ο Ιησούς τον ονομάζει φτωχό και τυφλό και τον καλεί να «αγοράσει» από τον Ίδιο χρυσάφι δοκιμασμένο απ’ την φωτιά, που είναι ο καθαρισμός του χαρακτήρα του, η αληθινή αγάπη και ύστερα πράγματα που έχουν αληθινά την πηγή τους στο Πνεύμα το Άγιο. Υπάρχει ένα λάθος κίνητρο που πρέπει να προσέξουμε όλοι μας. Αν θέλω να γνωρίσω για να εμπλουτίσω τις γνώσεις του «εγώ μου» ώστε να έχω επιρροή επάνω σε άλλους ανθρώπους, τότε ο Θεός δεν θα μου δώσει το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης. Αυτό θα με κάνει να αντλώ γνώση για τον Θεό που δεν θα προέρχεται απ’ το Πνεύμα του Θεού και δεν θα μπορεί να ζωοποιήσει κανένα, ούτε να ωφελήσει εμένα, όπως έγραψε ο Παύλος: «αλλά αν δεν έχω αγάπη, τίποτε δεν ωφελούμαι» (Α΄ ΚΟΡ 13:3). Το δεύτερο πράγμα είναι τα «ιμάτια λευκά για να ντυθεί» γιατί οι γνώσεις που προέρχονται από τον «κόπο» του ανθρώπου μπορούν εύκολα να τον οδηγήσουν στην αυτοδικαίωση. Να αισθάνεται ότι ο Θεός τον δέχεται επειδή έχει αφιερώσει την ζωή του στην μελέτη των Γραφών και στην δικαιοσύνη του Θεού την οποία κηρύττει σε άλλους. Αυτού του τύπου ο άνθρωπος έχει αφήσει τον Ιησού έξω απ’ την ζωή του χωρίς να το έχει καταλάβει. Μόνο ο προφητικός λόγος μπορεί να τον φέρει σε συναίσθηση τι πραγματικά συμβαίνει:«Πρόσεξε, στέκομαι στη θύρα και κρούω· αν κάποιος ακούσει τη φωνή μου, και ανοίξει τη θύρα, θα μπω μέσα σ’ αυτόν, και θα δειπνήσω μαζί του κι αυτός μαζί μου» (3:20).
Γ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΝΟΜΙΚΟΥ
«Αλλοίμονο σε σας τους νομικούς, επειδή αφαιρέσατε το κλειδί τής γνώσης· εσείς δεν μπήκατε μέσα, και τους εισερχόμενους τους εμποδίσατε» (ΛΟΥΚ 11:52). Το κλειδί της γνώσης δεν είναι οποιαδήποτε γνώση αλλά το κλειδί που ξεκλειδώνει τα δωμάτια του παλατιού του Βασιλιά. Εκεί ο Ιησούς μιλάει για το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης το οποίο σε φέρνει σε επίγνωση του Θεού όταν εσύ διψάς για Αυτόν και Τον ψάχνεις. «Ζητάτε, και θα σας δοθεί· ψάχνετε, και θα βρείτε· κρούετε, και θα σας ανοιχτεί·» (ΜΑΤΘ 7:7). Με λίγα λόγια το κλειδί είναι η δίψα και η εκζήτηση να γνωρίζεις τον Θεό. Τότε Εκείνος σου ανοίγει τον Εαυτό Του και σου αποκαλύπτει τον Εαυτό Του. Όταν όμως προσεγγίζεις την Γραφή για να μάθεις τους νόμους και τις εντολές που έχει μέσα ώστε τηρώντας τες να γίνεις δίκαιος δεν σου δίνεται το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης. Αυτό είναι το πνεύμα του νομικού. Βλέπει την Γραφή σαν νόμο και σαν μέθοδο σωτηρίας (Ερευνάτε τις γραφές, επειδή εσείς νομίζετε ότι μέσα σ’ αυτές έχετε αιώνια ζωή) και με τον ίδιο τρόπο την συστήνει και στους άλλους. Με αυτό τον τρόπο αφαιρεί το κλειδί της γνώσης και εμποδίζει τους άλλους να μπουν μέσα. Γιατί το πνεύμα της μελέτης της Γραφής δεν είναι να γνωρίσεις τον Θεό και να ξεδιψάσεις την ψυχή όπου αυτή είναι η ανάγκη της, αλλά να γνωρίσεις καλά τους νόμους ώστε αν τους τηρήσεις να κερδίσεις αιώνια ζωή. Όταν προσεγγίζεις την Γραφή με αυτό το πνεύμα, το Άγιο Πνεύμα δεν συνεργεί γιατί είναι έξω από τον Χαρακτήρα του Θεού και το έργο που θέλει να κάνει στον άνθρωπο. Αυτή η προσέγγιση οδηγεί σε πνευματική υπερηφάνεια (πόσα ξέρω), σε πνεύμα αυτοδικαίωσης και εξουθένωσης προς άλλους (συγκρίνομαι και αισθάνομαι καλύτερος) και στο πνεύμα της κατάκρισης που είναι πολύ επικίνδυνο γιατί το μη έλεος οδηγεί στην κόλαση. «επειδή, η κρίση θα είναι ανελέητη σ’ εκείνον που δεν έκανε έλεος·» (ΙΑΚ 2:13). «όποιος καταλαλεί αδελφό, και κρίνει τον αδελφό του, καταλαλεί τον νόμο, και κρίνει τον νόμο· και αν κρίνεις τον νόμο, δεν είσαι εκτελεστής τού νόμου, αλλά κριτής» (4:11). Λυπάμαι που πρέπει να πω αυτό, όμως απ’ αυτό το πνεύμα έχουν μολυνθεί κάποιες εκκλησίες και χρειάζονται να καθαριστούν.
Όταν κάποιος έχει κοινωνία με τον Θεό αυτή η διαδικασία τον αγιάζει χωρίς καν να έχει συναίσθηση. Ενώ εκείνος που προσπαθεί να αγιάσει τον εαυτό του για τον Θεό ακόμη κι όταν αισθάνεται άγιος είναι βρώμικος γιατί χωρίς να το καταλάβει έχει πέσει στη παγίδα της υπερηφάνειας. Μπορούμε να δούμε τις δύο αυτές όψεις στην περίπτωση της Σαμαρείτισας και των Φαρισαίων. Η Σαμαρείτισα ήταν μια αμαρτωλή γυναίκα που πηδούσε από την μια σχέση στην άλλη. Η βαθύτερη αιτία που συνεπιφερόταν έτσι ήταν επειδή έψαχνε να ξεδιψάσει την ψυχή της. Ο Ιησούς που γνώριζε την βαθύτερη ανάγκη της την έδωσε από το ζωντανό νερό. Τότε η Σαμαρείτισα μεταμορφώθηκε σε μια φλογερή μάρτυρα που έφερε όλη την πόλη της στον Χριστό. Δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες από την υπόλοιπη ζωή της αλλά το σίγουρο είναι ότι δεν παρέμεινε αυτή που ήταν. Άλλαξε πορεία προς τη κατεύθυνση που είχε ο Πατέρας για αυτήν. Στον αντίποδα οι Φαρισαίοι ούτε αναγνώρισαν τον Χριστό αλλά ούτε είχαν συναίσθηση της αμαρτωλότητας τους. Τηρούσαν εξωτερικά τις εντολές του νόμου αλλά εσωτερικά είχαν φθόνο και κάθε ακάθαρτη επιθυμία που υποφέρει κάθε άνθρωπος που δεν έχει γιατρευτεί απ’ την επέμβαση του Θεού. Σύγκριναν τους εαυτούς τους με άλλους που θεωρούσαν λιγότερο πνευματικούς, τους οποίους εξουθένωναν και κατέκριναν. Ο Ιησούς τους ονόμασε τάφους ασβεστωμένους και ποτήρια που είναι καθαρά μόνο απ’ έξω. Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι πολύ μακριά από το να αποκτήσουν μια σχέση με τον Θεό. Πρέπει πρώτα να μετανοήσουν, να δεχθούν την Εν Χριστώ δικαιοσύνη για να αποκτήσουν κοινωνία με τον Θεό. Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι μόνο στην Εν Χριστώ δικαιοσύνη μπορεί να ενεργήσει το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης. Στην συναίσθηση της αμαρτωλότητας, της αναξιότητας ενώπιων του Θεού και στο έλεος του Θεού. Όντας σε αυτό το φρόνημα ο Δαβίδ έζησε με το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος και έγραψε αυτούς τους υπέροχους ψαλμούς που περιέχουν μέσα προφητικούς λόγους για τον Χριστό.
Αν βλέπεις τον εαυτό σου σε κάποια από τα παραπάνω πρέπει να μετανοήσεις και να ζητήσεις το έλεος του Θεού. Ύστερα να ξεκινήσεις απ’ την αρχή σαν ένα παιδί που δεν ξέρει τίποτα και τώρα ξεκινάει το ταξίδι της ζωής. Επειδή το θέμα δεν είναι η γνώση είναι ο τρόπος της μάθησης. Στο Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης ο τρόπος είναι διαφορετικός. Δεν λειτουργείς ενεργητικά, δεν προσπαθείς, απλά λαμβάνεις, ακούς, δέχεσαι και η Γραφή έρχεται και επιβεβαιώνει αυτό που έλαβες. Δεν διαβάζεις για να ξέρεις πολλά ή για να διατηρείσαι στην σωτηρία αλλά για να γνωρίσεις τον Κύριο με βιωματικό τρόπο, όπου όταν υπάρχει αυτό, αυτή είναι η σωτηρία και η αύξηση μέσα σε αυτή. Για να μπεις σε αυτό πρέπει να παραιτηθείς από τον παλιό τρόπο. Ο Παύλος είπε: «Κανένας ας μη εξαπατάει τον εαυτό του· αν κάποιος ανάμεσά σας νομίζει ότι είναι σοφός μέσα σε τούτο τον κόσμο, ας γίνει μωρός, για να γίνει σοφός» (Α΄ΚΟΡ 3:18). Πρέπει δηλαδή πρώτα να αδειάσεις απ’ την σοφία σου, να ξεκινήσεις απ’ την αρχή σαν να μην ξέρεις τίποτα για να λάβεις το Πνεύμα της Σοφίας και της Αποκάλυψης.