ΤΟ ΔΙΧΤΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Πρόσφατα βρέθηκα σε μια συνάντηση εργατών που αφορούσε μια διακονία στην οποία εν μέρει συμμετείχα. Αφού έγινε μια εισαγωγή από τον υπεύθυνο της διακονίας ξεκίνησε μια καταγραφή των ανθρώπων που είχαν έρθει με κάποιο τρόπο σε επαφή με την διακονία. Στην συνέχεια άρχισαν να υπολογίζουν ανθρώπους που είχαν έρθει σε επαφή αλλά χωρίς αυτό να έχει γίνει γνωστό και να υπολογίζουν νούμερα με βάση κάποια στατιστικά δεδομένα. Δεν υπήρχε όμως ούτε μια ψυχή που έμπρακτα και ορατά να έχει έρθει στον Χριστό απ’ αυτή την διακονία η οποία ομολογουμένως είχε ένα πολύ δυνατό εργαλείο ευαγγελισμού και ήταν πολύ οργανωμένη στο τεχνικό της κομμάτι. Κανέναν όμως από τους παρευρισκόμενους δεν φαινόταν να απασχολεί αυτό το δεδομένο (στην αρχή ούτε και μένα), αλλά όλοι ήταν χαρούμενοι θεωρώντας επιτυχία αυτά τα υποθετικά νούμερα.

Στο τέλος ο υπεύθυνος ζήτησε από κάποιον να προσευχηθεί και να ευχαριστήσει τον Θεό γι’ αυτό το «αποτέλεσμα».

Μόλις ξεκίνησε να προσεύχεται ο Θεός μου έδειξε μια όραση: Είδα μια ψαρόβαρκα στην μέση της θάλασσας. Στην βάρκα φαινόταν μια κινητικότητα από τους ψαράδες που δούλευαν εκεί. Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι ο Θεός μου μαρτυρεί ότι αυτή η διακονία είναι μια βάρκα που πιάνει ψυχές από την θάλασσα του κόσμου. Ύστερα όμως παρατήρησα κάτι παράξενο. Στην θάλασσα υπήρχε ένα μεγάλο δίχτυ όπου ο Κύριος μου επέτρεψε να δω μέσα στο νερό. Το δίχτυ κατέβαινε βαθιά και στον πάτο του ήταν ασφυκτικά γεμάτο με ψάρια.

Όσο ανέβαινες προς τα πάνω τα ψάρια λιγόστευαν αλλά και πάλι υπήρχαν αρκετά. Το δίχτυ κατέληγε στην κουπαστή της βάρκας και στα χέρια ενός απ’ τους ψαράδες, ενώ αριστερά και δεξιά του ήταν δυο ακόμα οι οποίοι ήταν σκυμμένοι στο δίχτυ και το παρατηρούσαν. Όμως κανένας από αυτούς δεν το σήκωνε και μέσα στην σκέψη μου, αναρωτιόμουν γιατί δεν το κάνουν. Το μόνο που έκαναν ήταν να παρατηρούν τα ψάρια που ήταν στην επιφάνεια της θάλασσας στο δίχτυ. Μερικά μάλιστα πηδούσαν μέσα και ξανάβγαιναν έξω από αυτό.

Θεώρησα καθήκον μου να μοιραστώ το μήνυμα με τους αδελφούς αλλά κανείς από αυτούς δε θεώρησε ότι είναι απ’ τον Θεό. Αντιθέτως άρχισαν να αμύνονται λέγοντας διάφορα εδάφια περί ευαγγελισμού και να με νουθετούν. Ήταν μάλιστα πεπεισμένοι ότι μια μέρα θα ακούσουν απ’ το στόμα του Θεού το «εύγε δούλε αγαθέ και πιστέ». Μετά από αυτά δεν επέμεινα γιατί πίστευα ότι έχω κάνει το μέρος μου μπροστά στον Θεό.

Αν και νόμιζα ότι ο Κύριος είχε ολοκληρώσει αυτό που ήθελε να μου μεταδώσει, το βράδυ στον ύπνο μου συνέχισε να με διδάσκει μέσα από ένα όνειρο, στο οποίο μου αποκάλυπτε λεπτομέρειες για αυτούς που εργάζονταν στην διακονία. Αυτοί που κοιτούσαν από την κουπαστή τα ψάρια στο δίχτυ ήταν τα ηγετικά στελέχη της διακονίας, ενώ όσοι πηγαινοέρχονταν στην βάρκα αντιπροσώπευαν όσους είχαν βοηθητικούς ρόλους.

Στην συνέχεια η πληροφόρηση προχώρησε σε βάθος και άρχισα να λαμβάνω αποκάλυψη σχετικά με τους λόγους που έκαναν ότι έκαναν, όπου εκεί τα πράγματα έγιναν ακόμα χειρότερα. Στους ηγέτες είδα φιλοδοξία και το κίνητρο της ικανοποίησης εσωτερικών ανασφαλειών. Έδιναν τεράστια έμφαση και χρόνο στις προετοιμασίες του εργαλείου της διακονίας, οι οποίες τους έδιναν μεγάλη ευχαρίστηση ενώ καθόλου η ενασχόληση με τις ψυχές. Έβγαζαν υποθετικά νούμερα για να πείθουν τις συνειδήσεις τους ότι κάνουν το σωστό και απ’ την άλλη έτρεφαν τις καρδιές τους με τη ψευδαίσθηση της επιτυχίας. Όσο για τις σχέσεις με τους από κάτω τους, ήταν τελείως επιφανειακές και το μόνο που ήθελαν ήταν να κάνουν σωστά την δουλειά που τους είχαν αναθέσει. Θύμιζαν μάλιστα προϊστάμενους με υπαλλήλους.

Ύστερα οι ηγέτες εξαφανίστηκαν απ’ το προσκήνιο και έμειναν μόνο αυτοί που είχαν βοηθητικούς ρόλους, οι οποίοι ήταν εντελώς ξένοι μεταξύ τους, οι σχέσεις τους ανύπαρκτες και ούτε έβλεπαν τον λόγο για κάτι τέτοιο. Αν και αρχικά φαίνονταν υπάκουοι στους ηγέτες, οι λόγοι που υποτάσσονταν δεν ήταν ακριβώς επειδή αγαπούσαν τον Θεό. Κάποιοι ήταν εκεί για λόγους που σχετίζονταν με χρήματα και την ανάγκη της επιβίωσης, άλλοι γιατί υπήρχε από πίσω ένα είδος εργασιακής συνθήκης, ενώ άλλοι θεωρούσαν τον εαυτό τους υποχρεωμένο και ότι έπρεπε να είναι πιστοί στο καθήκον που τους είχε ανατεθεί. Υπήρχε επίσης καχυποψία, κρυφός φθόνος, αντιζηλία και σχεδόν όλοι μιλούσαν ο ένας για τον άλλο πίσω από την πλάτη του. Όλα αυτά τα κίνητρα τους τύφλωναν και τους εμπόδιζαν να δουν ότι αυτό που κάνουν δεν έχει καρπό.

Ήταν τότε που ένιωσα την αγανάκτηση του Κυρίου. Αυτό που Τον πείραζε δεν ήταν τόσο τα λάθος κίνητρα όσο ότι παρόλο που υπήρχε η δυνατότητα, τα ψάρια δεν έμπαιναν ποτέ στη βάρκα.

Αν αυτό συνέβαινε, ακόμη κι αν οι ψαράδες δεν ήταν διατεθειμένοι να ασχοληθούν με αυτά, Εκείνος θα φρόντιζε μετά για τα περαιτέρω και ότι είχε να κάνει με την αύξηση τους.

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΟΜΑΔΑ

Ύστερα είδα μια άλλη ομάδα εργατών που είχαν ενδιαφέρον για τις ψυχές και τον πόθο να τις δουν να έρχονται στον Κύριο. Εκείνοι δεν είχαν κανένα ηγέτη πάνω απ’ το κεφάλι τους, ούτε κάποιο ιδιαίτερο εργαλείο, αλλά εργάζονταν ως ίσοι. Η καύχηση τους ήταν ότι μπορούν να κάνουν πράγματα μαζί  όντας από άλλες εκκλησίες. Καθώς τους παρατηρούσα μου αποκαλύπτονταν πράγματα απ’ την προσωπική τους ζωή και τις ιδέες που πίστευαν, οι οποίες δημιουργούσαν μεταξύ τους μεγάλες αντιθέσεις. Ο καθένας είχε την δική του θεολογία και την δική του οπτική. Στην πραγματικότητα ο καθένας είχε το δικό του πνεύμα αλλά δεν είχε συναίσθηση ότι είναι διαφορετικό από του συνεργάτη του. Είχαν απλά μια αφελή εντύπωση ότι η θετική διάθεση για ενότητα θα ήταν αρκετή για να εργαστούν μαζί και να φέρουν ψυχές στον Χριστό.

Ότι κι αν έκαναν όμως δεν είχαν καθόλου καρπό γιατί απλούστατα ο Κύριος δεν ήθελε να τους εμπιστευτεί ψυχές. Το μήνυμα που έλαβα στο πνεύμα μου και μεταφράζω σε δικά μου λόγια είναι ένα ερώτημα απ’ την πλευρά του Κυρίου: «Πως μπορώ να εργαστώ αν οι δικοί Μου δεν είναι ένα μαζί Μου και μεταξύ τους; Πως θα μπορούσα να εμπιστευτώ ψυχές στα χέρια τους;» Τότε θυμήθηκα το εδάφιο απ’ τον γραπτό λόγο: «Μπορούν δύο να περπατήσουν μαζί, αν δεν είναι σύμφωνοι;» (ΑΜΩΣ 3:3). Όπως και τον λόγο του Παύλου: «κάντε πλήρη τη χαρά μου, να φρονείτε το ίδιο, έχοντας την ίδια αγάπη, να είστε ομόψυχοι, και ομόφρονες·» (2:2).

Πάνω σε αυτά σκέφτηκα ότι τελικά το δίχτυ είμαστε εμείς. Αν οι συνδέσεις δεν είναι σωστές μεταξύ των επιμέρους σχοινιών και είναι σχισμένο ή σε κάποια σημεία φθαρμένο δεν μπορεί να πιάσει ψάρια. Θέλει επισκευή. Τότε κατάλαβα γιατί οι ψαράδες ξοδεύουν τόσο πολύ χρόνο για να επισκευάσουν τα δίχτυα. Τους βλέπεις σκυμμένους επάνω τους για ώρες και αναρωτιέσαι πως δεν έχουν κουραστεί.

Εμάς ο Κατασκευαστής και Επισκευαστής των διχτυών είναι ο Θεός. Αυτό σημαίνει ότι πρώτα ατομικά τον καθένα τον δουλεύει για να το κάνει ένα κατάλληλο σχοινί που να μπορεί να το συνδέσει με τα υπόλοιπα που όλα αυτά μαζί στο τέλος να αποτελούν το δίχτυ. Οι συνδέσεις συμβολίζουν τις σχέσεις των αδελφών, την συμφωνία τους και την ενότητα τους (ΜΑΤΘ 18:19). Αν η σχέση δυο αδελφών είναι διαλυμένη, όταν θα έρθει η ώρα για ψάρεμα στο σημείο εκείνο θα υπάρχει πρόβλημα. Γι’ αυτό ο Κατασκευαστής επενδύει στις σχέσεις των δικών Του και προτιμάει να περάσει χρόνο (που κάποιοι θα θεωρήσουν χάσιμο χρόνου) πάνω στην σωστή κατασκευή του διχτυού μέχρι να το φτιάξει σωστά, παρά να βιαστεί να πάει για ψάρεμα.

Η ΤΡΙΤΗ ΟΜΑΔΑ

Ύστερα ο Κύριος μου έδειξε μια τρίτη ομάδα αδελφών και εργατών. Καθώς τους παρατηρούσα άρχισαν να μου γίνονται γνωστές οι απόψεις τους για τα πράγματα του Θεού. Αν και οι απόψεις τους σε πολλά σημεία δεν με έβρισκαν σύμφωνο, μεταξύ τους είχαν τέλεια συμφωνία. Φαινόταν ότι γνωρίζονταν από παλιά και είχαν πολύ γερούς δεσμούς φιλίας. Σκέφτηκα ότι ακόμα κι αν η οπτική τους για τον Θεό σε κάποια σημεία μπορεί να ήταν λάθος, δεν υπήρχε πιο ασφαλές μέρος για να εμπιστευτείς μια νέα ψυχή. Τουλάχιστον θα μεγάλωνε σε ένα περιβάλλον αγάπης, σύμπνοιας και που όλοι θα φρονούσαν το ίδιο. Έβλεπα λοιπόν αυτή την ομάδα αδελφών σε μια μεγάλη και όμορφη αυλή ενός πολυτελούς σπιτιού να τρώνε μαζί σε μια πολύ ευχάριστη ατμόσφαιρα.

Καθώς έτρωγαν συζητούσαν πάνω στις απόψεις τους και χαίρονταν που συμφωνούσαν. Ύστερα άρχισαν να κάνουν σχέδια και να καταστρώνουν διάφορα πλάνα για την βασιλεία του Θεού. Ήταν τόσο συνεπαρμένοι που δεν πρόσεξαν έναν ρακένδυτο που είχε μπει στην αυλή και στεκόταν όρθιος πίσω τους. Όταν τον πρόσεξαν τους ζήτησε λίγο φαγητό. Εκείνοι του έβαλαν σε ένα μπολάκι από αυτά που είχαν στο τραπέζι και συνέχισαν να μιλούν πάνω σε αυτά που σχεδίαζαν για την βασιλεία του Θεού. Καθώς του άστεγου του φάνηκαν ενδιαφέρον αυτά που άκουγε, τους ζήτησε να μάθει περισσότερα για τον Θεό.  Εκείνοι δεν τον κάλεσαν να κάτσει, του είπαν μόνο ότι μπορεί να παραμείνει και να ακούει, όχι ποιος είναι ο Θεός ή το έργο της σωτηρίας, αλλά τα σχέδια που κατέστρωναν για την βασιλεία Του.

Θεωρούσαν μάλιστα ότι του έκαναν χάρη που δεν του έλεγαν να φύγει αλλά του επέτρεπαν να στέκεται εκεί όρθιος. Ο άστεγος λοιπόν συνέχισε να τσιμπολογάει από το πιάτο του και να προσπαθεί να πιάσει με το αυτί του αυτά που έλεγαν. Περίμενα ότι κάποια στιγμή θα άνοιγαν τον κύκλο και θα τον προσκαλούσαν στο τραπέζι όμως κάτι τέτοιο δεν γινόταν και κάπου εκεί ξύπνησα!

Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε ήταν ότι: «Δεν ωφελεί να έχεις ένα γερό δίχτυ αν ποτέ δεν το πετάς στην θάλασσα». Αυτό που κατάλαβα είναι ότι στον εκκλησιαστικό χώρο υπάρχουν έτοιμα δίχτυα, παρέες πιστών με δυνατούς δεσμούς φιλίας που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τον Θεό ως δίχτυ ψαρέματος, και τελικά αυτού του είδους τις σχέσεις ζητάει ο Θεός. Όμως δεν είναι διαθέσιμες να φιλοξενήσουν στα «δίχτυα» τους νέες ψυχές. Θυμήθηκα τον λόγο του Παύλου: ««Επειδή, όλοι ζητούν τα δικά τους, όχι εκείνα τού Ιησού Χριστού» (ΦΙΛΙΠ 2:21).

ΠΩΣ ΕΦΤΙΑΞΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΔΙΧΤΥ ΟΤΑΝ ΗΤΑΝ ΣΤΗΝ ΓΗ

Ο Κύριος όταν ήρθε εδώ κάτω δεν πήγε να καλέσει γραμματείς, Φαρισαίους και νομοδιδάσκαλους για μαθητές Του που ήταν ήδη μολυσμένοι από την ζύμη της θρησκείας. Αλλά ανθρώπους που ήταν άζυμοι απ’ όλα αυτά, εύπλαστοι, παιδιά στην καρδιά και που θα μπορούσε να εμφυσήσει μέσα τους το δικό Του προζύμι (ΜΑΤΘ 11:25). Τέτοιοι ήταν οι ψαράδες, ο τελώνης και άνθρωποι από τα κατώτερα στρώματα του κοινωνικού ιστού που ο Κύριος όμως γνώριζε τις καρδιές τους. Δεν τους κάλεσε για να τους κάνει μόνο ψαράδες ανθρώπων τον καθένα ατομικά αλλά να τους κάνει και μεταξύ τους ένα ζωντανό δίχτυ. Ένα δίχτυ τόσο γερό που όταν ήρθε η ώρα για χρήση μπόρεσε να συγκρατήσει μέσα 3.000 «ψάρια!».

Για την προετοιμασία του όμως ο Κύριος αφιέρωσε τριάμισι χρόνια. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά θα αναγνωρίσουμε τρία στάδια του έργου Του σε αυτούς.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: ΘΕΣΜΟΘΕΤΗΣΗ ΘΕΜΕΛΙΩΝ

Ας δούμε τώρα τον πρώτο λόγο που τους κάλεσε ο οποίος ίσως μας διαφεύγει ή προσπερνάμε επιπόλαια. «Και έκλεξε δώδεκα, για να είναι μαζί του, και για να τους αποστέλλει να κηρύττουν, και για να έχουν εξουσία να θεραπεύουν τις αρρώστιες, και να βγάζουν τα δαιμόνια» (ΜΑΡΚ 3:14). Αν προσέξουμε, αυτό που το Άγιο Πνεύμα βάζει πρώτο δεν είναι το κήρυγμα, δεν είναι η εξουσία πάνω στα έργα και τις δυνάμεις του σκότους αλλά να είναι μαζί Του και σαν επακόλουθο και μαζί ο ένας με τον άλλον.

Το πρώτο πράγμα που κάλεσε ο Κύριος τους μαθητές Του δεν ήταν να κάνουν πράγματα για Εκείνον, αλλά να είναι μαζί Του.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ: ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΖΥΜΗ

Ο Κύριος δεν βιάστηκε να τους αποστείλει. Εργάστηκε σκληρά για να τους καθαρίσει από την ζύμη της αμαρτωλής φύσης με ότι περιλάμβανε αυτή ξεχωριστά στον καθένα και να φυτέψει μέσα τους το κίνητρο της αγάπης. Τους δίδαξε με λόγια και με έργα. Κλάδευε τα φρονήματα που ήταν ξένα με το δικό του (ΛΟΥΚ 9:54-56). Έβαζε μπροστά τους εποπτικά παραδείγματα (ΜΑΡΚ 9:36-37α). Γινόταν ο ίδιος παράδειγμα (ΙΩΑΝ 13:4-5). Ακόμη και ο σταυρός ήταν μάθημα και μάλιστα το μεγαλύτερο. Συνδύαζε εκπλήρωση λόγων, έργο, εποπτικό μάθημα και προσωπικό παράδειγμα ταυτόχρονα!

ΤΡΙΤΟ ΣΤΑΔΙΟ: ΤΟΥΣ ΕΜΦΥΣΗΣΕ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ

Πριν μιλήσουμε για οτιδήποτε άλλο είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι για τον Κύριο η ενασχόληση με τις ψυχές δεν ήταν αγγαρεία, ένα τυπικό καθήκον που έπρεπε να φέρει εις πέρας αλλά ευχαρίστηση. Στο βιβλίο των Παροιμιών που αναφέρει τον Κύριο ως Σοφία των ανθρώπων μας πληροφορεί ότι η ενασχόληση με τους ανθρώπους ήταν η ευχαρίστηση Του. «..και η ευχαρίστησή μου ήταν μαζί με τους γιους των ανθρώπων» (ΠΑΡ 8:31β).

Ας δούμε τώρα μερικά χωρία που το καθένα σαν ξεχωριστή πινελιά σχηματίζουν τον καμβά της καρδιάς του Κυρίου απέναντι στους ανθρώπους, τα οποία μας φανερώνουν πως δεν έκανε τίποτα τυπικά, ως ξερό καθήκον, αλλά ότι έπραττε  το έκανε με όλη του την καρδιά, με αγνά κίνητρα: Ήταν πάντοτε αληθινός και με ειλικρινές ενδιαφέρον: «Και βλέποντας τα πλήθη, σπλαχνίστηκε γι’ αυτά, επειδή ήσαν βασανισμένα και σκορπισμένα σαν πρόβατα που δεν είχαν ποιμένα» (ΜΑΤΘ 9:36). «..και είπε: Πού τον βάλατε; Του λένε: Κύριε, έλα και δες. Δάκρυσε ο Ιησούς» (ΙΩΑΝ 11:35).

«Πολύ επιθύμησα να φάω με σας αυτό το Πάσχα, προτού να πάθω·» (ΛΟΥΚ 22:15). «ΚΑΙ πριν από τη γιορτή τού Πάσχα, ο Ιησούς, ξέροντας ότι ήρθε η ώρα του, για να αναχωρήσει από τον κόσμο τούτο προς τον Πατέρα, έχοντας αγαπήσει τους δικούς του που ήσαν μέσα στον κόσμο, τους αγάπησε σε τέλειο βαθμό» (ΙΩΑΝ 13:1).

Αυτή η αγάπη και το ενδιαφέρον για τους ανθρώπους τον έκανε να βρίσκεται σε συνεχή τριβή μαζί τους. Οι μαθητές έβλεπαν καθημερινά αυτή την αγάπη και το προσωπικό ενδιαφέρον για άτομα τελείως διαφορετικά μεταξύ τους.

ΤΟ ΠΙΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΠ’ ΟΛΑ: Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ

Αυτό δεν σημαίνει ότι έκανε ότι ήθελε αλλά η πρώτη σχέση του Ιησού ήταν με τον Ουράνιο Πατέρα. Είχε συναισθήματα για τους ανθρώπους αλλά δεν έπαιζαν αυτά πρωταγωνιστικό ρόλο. Δεν αναποδογύρισε την πρώτη εντολή στο να αγαπάει πρώτα τους ανθρώπους και μετά τον Θεό όπου όταν κάποιος πέφτει σε αυτή την παγίδα γίνεται δούλος των ανθρώπων και ουμανιστής. Ο Ιησούς αναφέρεται στις Γραφές ως δούλος του Κυρίου αλλά όχι των ανθρώπων. Υπηρέτησε τους ανθρώπους αλλά με τον τρόπο που του έδινε ο Πατέρας για κάθε έναν από αυτούς κάθε φορά. Εκείνος είπε: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα: «Δεν μπορεί ο Υιός να κάνει τίποτε από μόνος του, αν δεν βλέπει τον Πατέρα να το κάνει αυτό· επειδή, όσα κάνει εκείνος, αυτά, παρόμοια, κάνει και ο Υιός» (ΙΩΑΝ 5:19).

Η ζωή του Ιησού ακτινοβολούσε αυτό που θα έκανε ο Πατέρας αν ήταν στην γη ο Ίδιος, όπου τελικά ήταν μέσω του Υιού! Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβαίνει αν ο Ιησούς δεν ζούσε με τέλεια υπακοή. «επειδή, δεν ζητάω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα του Πατέρα, που με απέστειλε» (ΙΩΑΝ 5:30). Με απλά λόγια δεν κανόνιζε αυτός το πρόγραμμα της κάθε μέρας. Το όριζε ο Πατέρας όπου ο Ιησούς το λάμβανε τις ώρες που οι άλλοι κοιμόνταν ενώ εκείνος αποτραβιόταν στο βουνό για να έρθει σε επικοινωνία μαζί Του. Γι’ αυτό δεν χρειάστηκε να περάσει ατέλειωτες ώρες σε συμβούλια και staff meetings, αναζητώντας πετυχημένες ιδέες για την διακονία.

“Πως σας φαίνεται αυτή η ιδέα για την βασιλεία του Θεού;”

Ίσως αυτός είναι ο λόγος αποτυχημένων προσπαθειών ενότητας μεταξύ πιστών. Είναι γιατί προσπαθούν να γίνουν δίχτυ μόνοι τους. Είναι γιατί ξεκινούν απ’ τους εαυτούς τους προσπαθώντας να υπακούσουν σε μια εντολή του Θεού, παρά να προσκαλέσουν στο μέσον τους τον Ίδιο. Να Τον εκζητήσουν μαζί, να λατρεύουν μαζί, να προσευχηθούν μαζί και να λάβουν την ενότητα τους από τον Ίδιο, (ΨΑΛ 133) καθώς προσκαλούν την ζωντανή Του Παρουσία να έρθει στο μέσον τους (ΜΑΤΘ 18:20).

Αυτό έκαναν οι 120 εναπομείναντες στο ανώγειο τις μέρες που περίμεναν το Άγιο Πνεύμα. Η βασική τους μαθητεία είχε τελειώσει, τα θεμέλια είχαν τεθεί για να μπορούν πλέον να κινηθούν σαν μονάδες που έχουν σχέση με τον Κύριο αλλά και σαν ομάδα, αφού η συνείδηση της πνευματικής οικογένειας είχε χτιστεί μέσα τους. Είχαν λάβει διδασκαλία, είχαν ζήσει εμπειρίες, οι χαρακτήρες τους είχαν δουλευτεί και αυτό που απέμενε ήταν να λάβουν την Δύναμη εξ’ ύψους.

Το δίχτυ ήταν έτοιμο για την μεγάλη ψαριά ανθρώπων που ο Κύριος θα έφερνε στα δίχτυα τους. Κι έτσι κι έγινε. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Χρισμένη ιστορία..